Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2015

Ζητείται πολιτική φιλολαϊκής εξόδου από την κρίση και η πολιτική δύναμη που θα την υλοποιήσει


 Ο Εργατικός Αγώνας έδωσε τα πρώτα συμπεράσματα και τις εκτιμήσεις του για το εκλογικό αποτέλεσμα και την κατάσταση όπως μετεκλογικά διαμορφώνεται. Αυτά συνιστούν τη βάση για σκέψη και ορθή εκτίμηση της κατάστασης και των τάσεων και συσχετισμών που βρίσκονται σε εξέλιξη.Υπάρχει όμως ένα σημαντικό ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί. Και αυτό είναι το κεντρικό ζήτημα που έθεσε η εκλογική αυτή η αναμέτρηση, το οποίο αρκετό καιρό πλανάται και αναζητεί την λύση του.

Το κεντρικό μήνυμα του εκλογικού αποτελέσματος και της πραγματικότητας που διαμόρφωσε θα μπορούσε να εκφρασθεί πολύ σύντομα ως εξής: Η πολιτική κατάσταση από τη σκοπιά των συμφερόντων και των επιδιώξεων της αστικής τάξης δεν έχει σταθεροποιηθεί.
Παραμένει ρευστή και κατά συνέπεια υπάρχουν αυξημένες δυνατότητες παρέμβασης του λαϊκού παράγοντα ανάπτυξης πολιτικής και ιδεολογικής δράσης, κινητοποίησης του λαού στην κατεύθυνση της αμφισβήτησης και της ακύρωσης των αστικών σχεδιασμών. Επειδή, όμως, η κατάσταση που επικρατεί στην πλευρά των λαϊκών δυνάμεων, της επαναστατικής και ριζοσπαστικής αριστεράς είναι γνωστή, η ανάγκη διαμόρφωσης πολιτικής εξόδου από την κρίση στον αντίποδα της πολιτικής του κεφαλαίου και η πολιτική δύναμη, ή οι πολιτικές δυνάμεις που θα την υλοποιήσουν έρχεται στο προσκήνιο με εκρηκτικό τρόπο.

Ο Εργατικός Αγώνας είχε επισημάνει καιρό τώρα ότι οι εκλογές και το αποτέλεσμα τους δεν μπορούν να οδηγήσει σε πολιτική σταθερότητα. Όλα τα δεδομένα έδειχναν ότι η ρευστότητα στα κόμματα και στο πολιτικό σύστημα θα διατηρηθεί και αποδείχθηκε ότι έτσι ήταν. Το εκλογικό αποτέλεσμα καταγράφει νέα μείωση του ποσοστού των αστικών κομμάτων που κυβέρνησαν τη χώρα. Η ΝΔ έχει νέα απώλεια δύο ποσοστιαίων μονάδων και το ΠΑΣΟΚ σχεδόν 8 μονάδων, συγκρίνοντας με τα αποτελέσματα του Ιουνίου του 2012. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το ΠΑΣΟΚ έπαψε πλέον να είναι υπολογίσιμη πολιτική δύναμη και μπαίνει σε μια πορεία έντονων διεργασιών, αδυνατεί ουσιαστικά να παρέμβει στο πολιτικό γίγνεσθαι. Ο περιβόητος «μεσαίος χώρος», ο χώρος του κέντρου, γνωρίζει ένα πρωτοφανή κατακερματισμό. Φυσικά αυτό το φαινόμενο στο κέντρο δεν παρατηρείται για πρώτη φορά.

Η ΝΔ, σε καθοδική πορεία αρκετά χρόνια τώρα, από την εποχή επιβολής του μνημονίου και ενωρίτερα, συγκράτησε ένα ποσοστό της τάξης του 27% περίπου, αφού αποδυνάμωσε όλα τα όμορα κεντροδεξιά κόμματα. Το αύριο της ΝΔ δεν είναι εξασφαλισμένο. Ήδη οι εσωτερικές τριβές άρχισαν ακόμη και οι απειλητικές διαθέσεις για ξεκαθάρισμα που μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και σε απειλή για την ενότητα της. Οι δυνατότητες ουσιαστικής παρέμβασης της στις εξελίξεις στη γραμμή υπεράσπισης των συμφερόντων της αστικής τάξης και του πολυεθνικού κεφαλαίου, κυρίως του ευρωπαϊκού μειώνονται πολύ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ κατέγραψε μια σημαντική νίκη. Συγκέντρωσε περισσότερο από το 36% των ψήφων, ένα ποσοστό ψηλό. Εδώ όμως υπάρχουν και πρέπει να επισημανθούν τα εξής ζητήματα. Αφενός το ποσοστό των δύο κομμάτων, ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ δεν ξεπέρασε το 65%, πολύ περισσότερο δεν πλησίασε το 70% που πολλοί δημοσκόποι προέβλεπαν. Αυτό σημαίνει ότι τα εκβιαστικά διλήμματα που η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ έθεσαν και οι τεράστιες προσπάθειες που καταβλήθηκαν δεν αποδείχθηκαν τόσο αποτελεσματικά, γι' αυτό και το ποσοστό των δυνάμεων που συσπειρώθηκαν στα δύο κόμματα δεν έλυσε το ποσοτικό ζήτημα της διαμόρφωσης του νέου δικομματισμού. Αφετέρου, παρά τον σαφή αστικό προσανατολισμό της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και της πολιτικής που διαμόρφωσε και ακολουθεί, ένα πολύ σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων του αριστερών πεποιθήσεων, η εργατική και λαϊκή βάση του κυρίως, δεν έχει πεισθεί για τις φιλολαϊκές και φιλεργατικές προθέσεις του, διατηρεί σοβαρές αμφιβολίες και επιφυλάξεις και, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, θα μπορούσε να αμφισβητήσει αποφάσεις και μέτρα περαιτέρω ολοκληρωτικού συμβιβασμού, να μη δεχθεί μια συντηρητική στροφή ενσωμάτωσης του. Ο σχηματισμός της «κυβέρνησης της αριστεράς» με το σκληρό δεξιό κόμμα των ΑΝΕΛ και η απόφαση να προταθεί για πρόεδρος της δημοκρατίας κορυφαίος δεξιός παράγοντας δίνει το στίγμα της κυβέρνησης και της πολιτικής που θα ακολουθήσει.

Τα προαναφερθέντα διαμορφώνουν το κλίμα πολιτικής ρευστότητας που αναφέραμε και τις δυσκολίες της αστικής τάξης που ο Εργατικός Αγώνας επισήμανε πριν από τις εκλογές. Μπορεί η ιδεολογική και στρατηγική κυριαρχία της αστικής τάξης να μην αμφισβητείται, εν τούτοις έχει σημαντικές δυσκολίες να πάρει και να υλοποιήσει πρωτοβουλίες που θα βαθαίνουν τη λιτότητα και τον αυταρχισμό, που θα ενσωματώνουν πολιτικά πλατιές εργατικές και λαϊκές δυνάμεις. Στο βαθμό που η οικονομική και κοινωνική κατάσταση παραμένει εκρηκτική δύσκολα οι εργαζόμενοι δύσκολα θα δεχθούν νέα αντιλαϊκά μέτρα και θα δείξουν ανοχή.

Πολιτική ρευστότητα και πολιτική αδυναμία των αστικών δυνάμεων σημαίνει αντικειμενικά δυνατότητες για τον λαϊκό παράγοντα και τις δυνάμεις που αναφέρονται σε αυτόν να παρέμβουν αποτελεσματικά και φαίνεται ότι οι δυνατότητες αυτές είναι ενισχυμένες. Το πολύ μεγάλο πρόβλημα είναι ότι από την πλευρά του εργαζόμενου λαού, από την πλευρά του αντιπάλου δέους στην αστική τάξη, δεν υπάρχουν σήμερα οι δυνατότητες αξιοποίησης των δυσκολιών αυτών. Δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις γι' αυτό. Αυτό είναι το άμεσο και υπερεπείγον πρόβλημα σήμερα. Αυτό ακριβώς εκφράζει και ο τίτλος αυτού του κειμένου, ζητείται πολιτική διεξόδου στην κρίση και ο πολιτικός φορέας ή το μέτωπο των δυνάμεων που θα διαμορφώσει τις προϋποθέσεις υλοποίησης της.

Όσο το πρόβλημα αυτό δεν λύνεται το εργατικό κίνημα, όσο και αν κάποιοι φλυαρούν για την ανάπτυξη του και περιγράφουν την ανασυγκρότηση και τον ταξικό προσανατολισμό του δεν πρόκειται να αναπτυχθεί και να απειλήσει τους σχεδιασμούς της αστικής τάξης. Στην περίπτωση αυτή τα κόμματα και οι κινήσεις αριστεράς θα κινούνται γύρω από τον εαυτό τους, χωρίς να διαμορφώνουν ουσιαστικές προϋποθέσεις ενδυνάμωσης τους.

Ο Εργατικός Αγώνας κατ' επανάληψη έχει δώσει το πλαίσιο των στόχων και των αξόνων ενός τέτοιου προγράμματος εξόδου από την κρίση. Αυτό πρέπει να περιλαμβάνει τη διεκδίκηση και την υπεράσπιση των δικαιωμάτων και των κατακτήσεων των εργαζομένων και της νεολαίας και να θέτει ένα πλαίσιο ριζοσπαστικών στόχων που συγκινούν και κινητοποιούν σήμερα ευρύτερα τμήματα του λαού και αύριο την πλειοψηφία του. Η έξοδος από το ευρώ και την ΕΕ, η μονομερής διαγραφή του χρέους, τα ζητήματα εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας, η διεκδίκηση εθνικοποίησης επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας, αρχής γενομένης από τις τράπεζες, η μεγάλη μείωση της φορολογίας των εργαζόμενων, των συνταξιούχων και των φτωχότερων τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας και η διαμόρφωση ενός κοινωνικά δίκαιου φορολογικού συστήματος κ.λπ.

Η αντίληψη, που προέρχεται κυρίως από την ηγεσία του ΚΚΕ, ότι η διατύπωση πολιτικών ριζοσπαστικών στόχων είναι ρεφορμισμός, δεν είναι μόνο άρνηση του Λένιν και του κομμουνιστικού κινήματος, αλλά και ριζική αντίθεση στη στρατηγική την οποία το ίδιο ως πρόσφατα προωθούσε. Αυτή η αντίληψη και   η πολιτική που την ακολουθεί είναι καταστροφική. Η διατύπωση οικονομικών αιτημάτων μαζί με το πολιτικό πλαίσιο και τις προϋποθέσεις της λαϊκής εξουσίας, δηλαδή της δικτατορίας του προλεταριάτου, τα οποία απαρτίζουν την τακτική του ΚΚΕ και όσων δυνάμεων κινούνται σ' αυτή τη λογική, καταδικάζουν το Κομμουνιστικό Κόμμα στο περιθώριο, το λαό και το λαϊκό κίνημα στην υποταγή.

Το καθήκον της διαμόρφωσης της πολιτικής διεξόδου από την κρίση της οργάνωσης της δράσης δεν μπορεί να το αναλάβει ένα κόμμα ή μια οργάνωση. Είναι υπόθεση για την οποία θα αγωνιστεί η πλειοψηφία της εργατικής τάξης και του λαού και των κομμάτων και οργανώσεων που τον εκφράζουν και πρώτα πρώτα του ΚΚΕ. Όμως, αυτό με την πολιτική και την τακτική του δεν μπορεί να ανταποκριθεί σ' αυτό το ιστορικό καθήκον. Αντί να δρα ενωτικά για να συσπειρώσει την εργατική τάξη και το λαό και μαζί πολιτικές δυνάμεις αντιιμπεριαλιστικές, αντιμονοπωλιακές σε ένα ισχυρό μέτωπο ρήξης και ανατροπής, ακολουθεί ένα μοναχικό δρόμο συσπειρώνοντας όσους αποφάσισαν να συνταχθούν μαζί του, με την τακτική και τη στρατηγική του και καθημερινά αποκόπτεται από την εργατική τάξη και το λαό.

H διατύπωση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου εξόδου από την κρίση σε αντιπαράθεση με την αστική τάξη και υπέρ του λαού και η διαμόρφωση του ενιαίου κοινωνικού και πολιτικού μετώπου εναντίον των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού που θα το προωθήσει είναι το πιο επείγον ζήτημα για την εργατική τάξη σήμερα. Αυτό όφειλε αλλά δεν μπορεί και δεν θέλει να κάνει το ΚΚΕ. Αυτό όμως πρέπει να γίνει.

Δ.Κ


http://ergatikosagwnas.gr