Παρασκευή 31 Μαΐου 2013

ΠΡΩΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ ΠΙΣΤΑ

   Μετά τον Notis, ένας ακόμη αοιδός που παρουσιαζόταν για χρόνια ως το “καλό παιδί“, έκανε δηλώσεις υπέρ της Χρυσής Αυγής. Πιο πριν υπήρχε και ο Πέτρος Γαϊτάνος, αυτή η τρελή με τα πασχαλιάτικα τραγούδια. Όλοι τους είναι συμμετέχοντες στο τρελό πανηγύρι της Ελλάδας της μεταπολίτευσης. Ο καθένας έχοντας τον ρόλο του.

Βρισκόμαστε στην περίοδο που τα λεφτά τελειώνουν, οπότε οι μπουζουκλερί έχουν λιγότερο κόσμο. Ακούς βαλτούς υπερασπιστές της κουλτούρας της…παραλιακής να μιλάνε για “κρίση στην νύχτα”. Αοιδοί, που τα καψουροτράγουδά τους, αποτέλεσαν το soundtrack όλης της φούσκας, του κιτς, του δήθεν, των πολυεθνικών και του ελληναρά. Αυτής της φιγούρας που διαβάζει τα αποτελέσματα του ΠΡΟΠΟ και έχει δίπλα του γλάστρες που τα ενδιαφέροντά τους φτάνουν μέχρι τα κουτσομπολιά του μεσημεριού και το μπούστο της κάθε πρωινατζούς.
Ο κάθε Πλούταρχος και ο κάθε Σφακιανάκης για το μόνο που ενδιαφέρονται και ενδιαφέρονταν, είναι τα φράγκα που μπαίνουν στην τσέπη τους. Τώρα θέλουν κάποιον να “σώσει την Ελλάδα και τους Έλληνες” για να τους ξαναδώσει περισσότερα λεφτά και να έχουν εκείνοι με την σειρά τους, την δυνατότητα να γεμίζουν και πάλι τις πίστες. Αλλιώς πως θα κερδίσει ο κάθε λαϊκός τροβαδούρος το παντεσπάνι του;
Και μιας που λέω λαϊκός, αυτοί οι τύποι ποτέ δεν ήταν μέρος του λαού. Μόνο ακριβοί διασκεδαστές, που όσο οι ελληναράδες γέμιζαν τα μαγαζιά τους, δεν χρειαζόταν να κάνουν δηλώσεις. Σχεδόν τους νόμιζες ουδέτερους ή απολιτίκ. Τότε.  Γιατί τώρα η αμορφωσιά και η κακογουστιά της παραλιακής και των σκυλάδικων γενικότερα, αποδείχθηκε συγκοινωνούν δοχείο με τον φασισμό. Τον φασισμό όχι μόνο της ναζιστικής συμμορίας, αλλά και τον φασισμό του χρήματος και της ομοιομορφίας.
Αμόρφωτοι, φοβικοί και έξω από την κοινωνία. Αυτοί ήταν και είναι οι τραγουδιστές της λιγδοκαψούρας. Είδωλα των μικροαστών, που όσο φορούσαν το λαμέ προσωπείο της ψευτογκλαμουριάς, είχαν την δυνατότητα να τους ραίνουν με λουλούδια, νομίζοντας πως απαλλάσσονται από τα κόμπλεξ τους.
Τώρα που οι μικροαστοί γίνονται φτωχοί, ο “λαϊκός” αοιδός, βγάζει το κουστούμι του, αφήνει το χαμόγελο που στόλιζε τις κίτρινες φυλλάδες και επανασυστήνεται σαν αυτό που ήταν πάντα. Ένα προϊόν.